Αραβία

Αραβία
η Аравийский полуостров, Аравия

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "Αραβία" в других словарях:

  • Ἀραβία — Ἀραβίᾱ , Ἀράβιος Arabia fem nom/voc/acc dual Ἀραβίᾱ , Ἀράβιος Arabia fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Ἀραβίᾱ , Ἀραβία Arabia fem nom/voc/acc dual Ἀραβίᾱ , Ἀραβία Arabia fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀραβίᾳ — Ἀραβίᾱͅ , Ἀράβιος Arabia fem dat sg (attic doric aeolic) Ἀραβίαι , Ἀραβία Arabia fem nom/voc pl Ἀραβίᾱͅ , Ἀραβία Arabia fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αραβία, Σαουδική — Βλ. λ. Σαουδική Αραβία …   Dictionary of Greek

  • Αραβία — Μυθολογικό πρόσωπο, σύζυγος του Αιγύπτου, μητέρα 50 εξαδέλφων και συζύγων των Δαναΐδων …   Dictionary of Greek

  • Αραβία — η χώρα στη ΝΔ Ασία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ἀράβια — Ἀράβιος Arabia neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ευδαίμων Αραβία — Παλαιότερη ονομασία της Υεμένης (βλ. λ.) …   Dictionary of Greek

  • Πετραία Αραβία — Παλαιότερη ονομασία της βορειοδυτικής Αραβίας. Πήρε το όνομά της από την πρωτεύουσα του βασιλείου των Ναβαταίων Πέτρα ή Πέτραι. Αρχικά ήταν αποικία των Μιδιανιτών αλλά έφτασε σε μεγάλη ακμή με τους Ναβαταίους. Στη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων …   Dictionary of Greek

  • Σαουδική Αραβία — Κράτος στη Μέση Ανατολή. Βρέχεται στα Α και Δ από τον Περσικό Κόλπο και την Ερυθρά Θάλασσα αντίστοιχα και στα Ν από την Αραβική Θάλασσα.H εδαφική επικράτεια της Σαουδικής Aραβίας, που παλιά προσδιοριζόταν πολύ άοριστα ως Zαζιράτ αλ Aράμπ, δηλαδή… …   Dictionary of Greek

  • Ἀραβίας — Ἀραβίᾱς , Ἀράβιος Arabia fem acc pl Ἀραβίᾱς , Ἀράβιος Arabia fem gen sg (attic doric aeolic) Ἀραβίᾱς , Ἀραβία Arabia fem acc pl Ἀραβίᾱς , Ἀραβία Arabia fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀραβίαι — Ἀραβίᾱͅ , Ἀράβιος Arabia fem dat sg (attic doric aeolic) Ἀραβία Arabia fem nom/voc pl Ἀραβίᾱͅ , Ἀραβία Arabia fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»